O Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (Κωνσταντινούπολη 1815 – 14 Απριλίου 1891 Αθήνα) ήταν ιστορικός που χαρακτηρίζεται από τους σύγχρονους ιστορικούς ως ο «πατέρας» της ελληνικής ιστοριογραφίας.
Είναι ο θεμελιωτής της αντίληψης της ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας
από την αρχαιότητα έως σήμερα, αφού καθιέρωσε στην διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών την τριμερή διαίρεση της ελληνικής ιστορίας (αρχαία, μεσαιωνική και νέα) και επιδίωξε να αναιρέσει τις κυρίαρχες εκείνη την εποχή απόψεις ότι η Βυζαντινή αυτοκρατορία
ήταν περίοδος παρακμής και εκφυλισμού που δεν αναγνωριζόταν ως τμήμα
της ελληνικής ιστορίας. Πιστεύεται ότι έθεσε τις βάσεις για τη
διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας της νεοελληνικής κοινωνίας.[1].......Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος συνέδεσε ιστορικά την αρχαιότητα με τη νεότερη Ελλάδα μέσω του Βυζαντίου. Τις ίδιες απόψεις είχε υποστηρίξει νωρίτερα ο ιστορικός Σπυρίδων Ζαμπέλιος, στην εισαγωγή του στον τόμο της έκδοσης των δημοτικών τραγουδιών,
το 1852, καθώς επίσης και ο Βρετανός George Finlay τo 1851 στο "History
of Greece, from its Conquest by the Crusaders to its Conquest by the
Turks" και ο Γερμανός Τσινκάιτσεν[25]. Σύμφωνα με τον Παπαρρηγόπουλο, ο ελληνισμός δεν έσβησε ολοκληρωτικά με την ήττα των Ελλήνων από τους Ρωμαίους το 146
π.Χ., αλλά συνέχισε να υπάρχει και μάλιστα κατόρθωσε να αναγεννηθεί με
τη σύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία δεν ήταν εκφυλισμένο
υπόλειμμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, αλλά αποτελούσε την αναβίωση
του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ως εναρκτήριο σημείο του Νέου
Ελληνισμού προσδιόρισε το 1204, δηλαδή την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους της Δ΄ Σταυροφορίας. Διαφώνησε με τον ιστορικό Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ, ο οποίος στο έργο του Ιστορία της χερσονήσου του Μωρέως κατά τον μεσαίωνα (1830 και 1836) υποστήριζε ότι ο ελληνικός πληθυσμός είχε εξαφανιστεί τον 6ο αι. μ.Χ., ύστερα από την κάθοδο σλαβικών φύλων, επομένως οι νεότεροι Έλληνες δεν είχαν καμία φυλετική συγγένεια με τους αρχαίους.
Επίσης, ο Παπαρρηγόπουλος ήταν ο πρώτος που μελέτησε αναλυτικά την περίοδο της βασιλείας των Ισαύρων,
καθώς και ο πρώτος που αναγνώρισε θετικά στοιχεία στις μεταρρυθμίσεις
τους. Κατέκρινε πολλά ιστορικά πρόσωπα για την φιλοτουρκική τους στάση,
όπως τον Ιωάννη Στ' Καντακουζηνό, ενώ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα ως τον «Έλληνα σοσιαλιστή της ιε΄ εκατονταετηρίδος». Ο κύριος λόγος για τον οποίο απέδιδε μεγάλη σημασία στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία
ήταν το γεγονός ότι πίστευε πως αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ
του αρχαίου και του νέου ελληνισμού, καθώς η απόδειξη της ενότητας του
ελληνικού έθνους ήταν βασική επιδίωση του Παπαρρηγόπουλου. Πρέπει να
σημειωθεί ότι για τον Παπαρρηγόπουλο "(...)Ἑλληνικόν ἔθνος ὀνομάζονται
ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅσοι ὁμιλοῦσι τὴν Ἑλληνικὴν γλῶσσαν, ὡς ίδίαν αὐτῶν
γλώσσαν."[26]
Ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο ο Παπαρρηγόπουλος θεωρούσε σημαντικό
το Βυζάντιο ήταν και η επίτευξη της πολιτικής ενότητας των Ελλήνων, που
απουσίαζε από την αρχαία Ελλάδα. Στις απόψεις του Παπαρρηγόπουλου για
την εθνική ενότητα αναγνωρίζεται η επίδραση της Μεγάλης Ιδέας, αλλά και της διδασκαλίας του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κ. Σχινά, με τον οποίο ο Παπαρρηγόπουλος είχε στενή σχέση......
Περισ.διαβ. http://el.wikipedia.org/wiki